γλουταμινικό οξύ

γλουταμινικό οξύ
Αμινοξύ που προέρχεται από τη γλουτίνη του σιταριού. Έχει χημικό τύπο ΗΟΟCCH2CH2CH(NH2)COOH και ανήκει στα αρνητικά φορτισμένα αμινοξέα. Συμβολίζεται διεθνώς ως Glu ή με το γράμμα Ε. Αν και δεν παρέχει ουσιώδη συμβολή στα βιολογικά φαινόμενα της διατροφής και της ανάπτυξης, εφαρμόζεται στη θεραπευτική με θετικά αποτελέσματα, για την ικανότητά του να διεγείρει τις διανοητικές λειτουργίες των ατόμων, όπως για παράδειγμα των παιδιών με νοητική υστέρηση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι με την αποκαρβοξυλίωση του γ. ο. σχηματίζεται το γ-αμινοβουτυρικό οξύ, το οποίο παίζει σημαντικό ρόλο στη λειτουργία του εγκεφάλου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αμινοξέα — Οργανικές ενώσεις, που χαρακτηρίζονται από την παρουσία στο μόριό τους μιας όξινης χαρακτηριστικής ομάδας, ονομαζόμενης καρβοξύλιο ( COOH) και μιας βασικής χαρακτηριστικής ομάδας, της ΝΗ2. Μερικά α. μπορεί να περιέχουν περισσότερες από μία… …   Dictionary of Greek

  • λευκίνη — Αλειφατικό αμινοξύ με χημικό τύπο (CH3)2CHCH2CH(NH2)COOH, το οποίο αποτελεί ανώτερο ομόλογο της γλυκόκολας. Αποτελείται από άχρωμους κρυστάλλους, έχει σημείο τήξης 293 295°C, είναι ελάχιστα διαλυτή στο κρύο νερό και έχει μοριακό βάρος 131,8.… …   Dictionary of Greek

  • προσθετικές ουσίες ή πρόσθετα υλικά — Χημικές ουσίες που προστίθενται σε μικρές ποσότητες για να βελτιώσουν τα χαρακτηριστικά μερικών προϊόντων. Η προσθήκη διαφέρει από τη νοθεία εφόσον γίνεται σύμφωνα με τις ειδικές νομικές διατάξεις. Οι π.ο. είναι ποικίλης φύσης και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”